Αναστολή διαθεσιμότητας


ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 90/2013

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΞΑΝΘΗΣ

(Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

 

ΤΟΥ ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ: Του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (ΟΤΑ) με την επωνυμία «ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ - ΘΡΑΚΗΣ», που εδρεύει στην Κομοτηνή και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Γούναρη.

 

ΚΑΤΑ τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις διατάξεις των άρθρων 731, 732 και 692 παρ.4 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι το Δικαστήριο έχει δικαίωμα να διατάξει ως ασφαλιστικό μέτρο κάθε πρόσφορο κατά την κρίση του μέτρο που επιβάλλεται από τις περιστάσεις και αποσκοπεί στην εξασφάλιση ή διατήρηση του δικαιώματος ή τη ρύθμιση της κατάστασης, υπό την προϋπόθεση ότι το ασφαλιστικό μέτρο δεν άγει στην ικανοποίηση του δικαιώματος. Η υποχρέωση του εργοδότη να εξακολουθήσει να αποδέχεται προσωρινά την εργασία εκείνου που πιθανολογείται ότι ακύρως απολύθηκε δε συνιστά ικανοποίηση του δικαιώματος του εργαζομένου για την κύρια υπόθεση (βλ. ΜΠρΑθ 6920/2010, 156/2009, 2054/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, η προσφυγή από τον εργαζόμενο στη διαδικασία των ασφαλιστικών  μέτρων για την προσωρινή ρύθμιση κατάστασης από τη βλαπτική μεταβολή της σύμβασης εργασίας είναι εύλογη και ανταποκρίνεται στους σκοπούς και στις προϋποθέσεις της διαδικασίας αυτής, προκειμένου ν’ αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος από την παράνομη συμπεριφορά του  εργοδότη, η οποία επιφέρει επαχθείς συνέπειες για τον εργαζόμενο και δε δημιουργεί (η προσφυγή στη διαδικασία αυτή) αμετάκλητη κατάσταση. Η ασφαλιστέα αξίωση δεν εξαντλείται σε  μια εφάπαξ παροχή, αλλά αποτελεί ειδικότερη εκδήλωση μιας διαρκούς έννομης σχέσης, που τίθεται σε προσωρινή λειτουργία (βλ Κ. Μπέη Δ.12.140, Ντάσιο Εργατικό Δικονομικό Δίκαιο τόμος Α711 σελ.948 επ., Βλαστό: «Η κατάχρηση δικαιώματος στις εργασιακές σχέσεις και η δικονομική της μεταχείριση», έκδοση  1988 παρ.151, σελ.184 και επ., ΜΠρΑθ 156/2009, 2054/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επίσης η περί ασφαλιστικών μέτρων απόφαση δεν αποστερεί το διάδικο από τη δίκαιη εκδίκαση της υπόθεσης, εντός των πλαισίων και με τις εγγυήσεις της τακτικής διαγνωστικής διαδικασίας, αφού σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 695 ΚΠολΔ, έχει προσωρινή μόνο ισχύ και δεν επηρεάζει την κυρία υπόθεση    (ΜΠρΘεσ 29460/1996 Αρμ 1997.677). Άλλωστε, μετά την δια του άρθρου 32 παρ.4 ν. 2172/1993 κατάργηση της διατάξεως της      παραγράφου 6 του άρθρου 692 ΚΠολΔ (που είχε προστεθεί με το άρθρο 23 ν. 1941/1991), η οποία απαγόρευε την ικανοποίηση αιτήματος αποδοχής από τον εργοδότη των υπηρεσιών του εργαζομένου με ασφαλιστικά μέτρα, επιτράπηκε ήδη να διαταχθεί ως ασφαλιστικό μέτρο η προσωρινή αποδοχή από τον εργοδότη των υπηρεσιών του εργαζομένου. Δημιουργήθηκε δηλαδή ισχυρό νομοθετικό έρεισμα υπέρ της άποψης ότι η υποχρέωση του εργοδότη να εξακολουθήσει να αποδέχεται προσωρινά την εργασία εκείνου που πιθανολογείται ότι ακύρως απολύθηκε δε συνιστά ικανοποίηση του δικαιώματος του εργαζομένου για την κύρια υπόθεση, διότι διαφορετικά δε θα υπήρχε λόγος να καταργηθεί η πιο πάνω απαγορευτική του εν λόγω μέτρου διάταξη. Τέλος η προσωρινή ρύθμιση κατάστασης επιτρέπει να διατηρηθεί ζωντανή η υπηρεσιακή κατάσταση του μισθωτού μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της κυρίας δίκης, χωρίς να δημιουργείται αμετάκλητη κατάσταση, καθώς η κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων εκδιδομένη απόφαση είναι προσωρινής ισχύος και βραχύβια και δεν επηρεάζει την έκβαση της κυρίας υπόθεσης (ΑΠ 1497/2000, ΜΠρΘεσ 21763/2005, ΜΠρΑθ 1082, 1083/2004). Η λύση αυτή αρμόζει τόσο στην προστασία που παρέχει το ουσιαστικό δίκαιο και μάλιστα το Σύνταγμα στην προσωπικότητα και στο δικαίωμα εργασίας του μισθωτού, όσο και στην έννοια των ασφαλιστικών μέτρων, χωρίς να πρέπει να τίθεται με δικαστική απόφαση σε χειρότερη μοίρα το ένα από τα υποκείμενα της εργασιακής σχέσης και της δίκης, διότι τούτο επίσης προσκρούει στο Σύνταγμα και στις γενικές αρχές του δικαίου, που σε δεδομένο δημοκρατικό πολίτευμα έχουν ταχθεί για την προστασία και εξισορρόπηση των αμοιβαίων συμφερόντων (βλ. Αλ. Μητρόπουλου: «Η απαγόρευση των ασφαλιστικών μέτρων στις εργατικές διαφορές» ΕΕΔ 50, σελ.673 επ.). Περαιτέρω, με την υποπαράγραφο Ζ.4 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/ 2012 (ΦΕΚ Α’ 222/12-11-2012) «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 – Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/ 2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016» (όπως αντικαταστάθηκε από την από 19-11-2012 ΠΝΠ ΦΕΚ Α’ 229/19-11-2012 και την από 4-12-201 ΠΝΠ ΦΕΚ Α’ 237/5-12-2012) προβλέπεται ότι «1.1. Από την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται οι θέσεις στις υπηρεσίες ή στους φορείς που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της υποπαραγράφου Ζ.1.1., οι οποίες απαριθμούνται στη συνέχεια κατά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα. Οι θέσεις της κατηγορίας ΔΕ των ειδικοτήτων Διοικητικού, Διοικητικού – Λογιστικού, Διοικητικού - Οικονομικού και Διοικητικών Γραμματέων των υπαλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, οι οποίοι δεν έχουν προσληφθεί με διαγωνισμό ή με διαδικασία επιλογής σύμφωνα με προκαθορισμένα και αντικειμενικά κριτήρια υπό τον έλεγχο ανεξάρτητης αρχής ή με ειδικές διαδικασίες επιλογής που περιβάλλονται με αυξημένες εγγυήσεις διαφάνειας και αξιοκρατίας και εφόσον ο αριθμός των υπαλλήλων αυτών: αα) είναι ίσος ή μεγαλύτερος των δέκα (10) ανά υπηρεσία ή φορέα και ββ) ανέρχεται σε ποσοστό μικρότερο του 25% του συνολικού αριθμού των υπαλλήλων όλων των εκπαιδευτικών κατηγοριών των ως άνω κλάδων και ειδικοτήτων και του 10% του συνόλου του τακτικού προσωπικού που υπηρετούν στην οικεία υπηρεσία ή φορέα. Στο συνολικό αριθμό των υπαλλήλων της υπηρεσίας ή του φορέα που λαμβάνεται ως μέγεθος αναφοράς υπολογίζονται οι μόνιμοι πολιτικοί υπάλληλοι, δημόσιοι λειτουργοί και οι υπάλληλοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, ανεξαρτήτως εκπαιδευτικής βαθμίδας. 2. Οι υπάλληλοι των οποίων οι θέσεις καταργούνται τίθενται σε διαθεσιμότητα σύμφωνα με την           υποπαράγραφο Ζ.2. του παρόντος. Η παρούσα διάταξη δεν καταλαμβάνει τους υπαλλήλους που υπάγονται στις περιπτώσεις η), θ), ι), ια) της παραγράφου 7 του άρθρου 37 του ν. 3988/2011, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 34 του ν. 4024/2011, καθώς και τους υπαλλήλους των οποίων ο σύζυγος τίθεται σε διαθεσιμότητα κατ’ εφαρμογή του παρόντος νόμου. Από την εφαρμογή της διάταξης αυτής εξαιρούνται οι φορείς κοινωνικής ασφάλισης και φροντίδας, ο Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού, τα νοσοκομεία και η Γενική Γραμματεία Πολιτισμού του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού». Σύμφωνα δε με την παράγραφο Ζ.2. του ν. 4093/ 2012, «1. Μόνιμοι πολιτικοί υπάλληλοι του Δημοσίου, ανεξάρτητων αρχών, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού οι θέσεις των οποίων καταργούνται, τίθενται σε διαθεσιμότητα. Αν καταργούνται ορισμένες μόνο θέσεις του ίδιου κλάδου, οι υπάλληλοι που τίθενται σε διαθεσιμότητα προσδιορίζονται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις (άρθρο 154 παρ.2 Υπαλληλικού Κώδικα, άρθρο 158 παρ.2 Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων). Οι υπάλληλοι αυτοί μπορεί κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητάς τους: α) Να μετατάσσονται εκουσίως, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις (άρθρο 154 παρ.4 Υπαλληλικού Κώδικα, άρθρο 158 παρ.4 Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων). β) Να μετατάσσονται υποχρεωτικά ή να μεταφέρονται με μεταβολή της υπηρεσιακής τους σχέσης σε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου κατά τη διαδικασία της προηγούμενης υποπαραγράφου για το συμφέρον και τις ανάγκες της υπηρεσίας και ιδίως για την καλύτερη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού. Με την έκδοση της πράξης μετάταξης ή μεταφοράς και μεταβολής της σχέσης εργασίας αίρεται αυτοδίκαια το καθεστώς της διαθεσιμότητας. γ) Να τοποθετούνται για την κάλυψη προσωρινών αναγκών σε οποιαδήποτε υπηρεσία του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. ή οποιουδήποτε φορέα του δημόσιου τομέα με τη διαδικασία του άρθρου 5 του ν. 4024/2011. Οι πράξεις προσωρινής τοποθέτησης της περίπτωσης αυτής εκδίδονται από τον Υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Σε περίπτωση μη εμφάνισης του υπαλλήλου εφαρμόζεται αναλόγως η διάταξη της περίπτωσης 5 της προηγούμενης υποπαραγράφου. δ) Να υπάγονται σε ειδικά προγράμματα επαγγελματικής επανεκπαίδευσης ή επανακατάρτισης. 2. Η διαθεσιμότητα της προηγούμενης περίπτωσης διαρκεί ένα (1) έτος και στον υπάλληλο καταβάλλονται τα τρία τέταρτα των αποδοχών του, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. 3. Οι ρυθμίσεις των περιπτώσεων 1 και 2 εφαρμόζονται αναλόγως και στους υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, καθώς και στους υπαλλήλους των φορέων της υποπαραγράφου Ζ.1.1.β, οι θέσεις των οποίων καταργούνται. 4. Η υπηρεσιακή σχέση των μόνιμων υπαλλήλων που βρίσκονται σε καθεστώς διαθεσιμότητας, καθώς και η σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των υπαλλήλων της περίπτωσης 3, εφόσον δεν μεταχθούν ή μεταφερθούν, λύεται με τη λήξη του καθεστώτος της διαθεσιμότητας». Τέλος, κατά το άρθρο 5 της από 12-12-2012 ΠΝΠ (ΦΕΚ Α’ 240/12-12-2012) «για την εφαρμογή της υποπαραγράφου Ζ4 της παραγράφου Ζ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, ως πρόσληψη «με διαγωνισμό ή με διαδικασία επιλογής σύμφωνα με προκαθορισμένα και αντικειμενικά κριτήρια υπό τον έλεγχο ανεξάρτητης αρχής ή με ειδικές διαδικασίες επιλογής που περιβάλλονται με αυξημένες εγγυήσεις διαφάνειας και αξιοκρατίας» νοείται η πρόσληψη με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σε θέσεις κατηγορίας ΔΕ ειδικοτήτων Διοικητικού, Διοικητικού – Λογιστικού, Διοικητικού – Οικονομικού και Διοικητικών Γραμματέων, η οποία: α) εφόσον έλαβε χώρα προ της εφαρμογής του ν. 2190/1994, έγινε μετά από  δημόσια προκήρυξη και γραπτό διαγωνισμό και β) εφόσον έλαβε χώρα μετά την εφαρμογή του ν. 2190/1994, έγινε μετά από       διαγωνιστική διαδικασία του ΑΣΕΠ, το οποίο και κατάρτισε τους οριστικούς πίνακες διοριστέων». 

Στην προκείμενη περίπτωση στην κρινόμενη αίτηση οι αιτούντες εκθέτουν ότι εργάζονται στην Περιφερειακή Ενότητα Ξάνθης με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στον κλάδο ΔΕ Διοικητικών και από 13-11-2012 τέθηκαν σε διαθεσιμότητα σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου Ζ.4. του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012. Επικαλούμενοι επείγουσα περίπτωση, ζητούν να υποχρεωθεί η καθ’ ης Περιφερειακή Ενότητα να αποδέχεται προσωρινά τις υπηρεσίες τους με τους ίδιους όρους που αυτοί τις παρείχαν μέχρι 12-11-2012 μέχρι να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επί της κύριας αγωγής τους, ν’ απειληθεί κατά της καθ’ ης χρηματική ποινή 300 ευρώ για κάθε ημέρα μη συμμόρφωσης με το διατακτικό της απόφασης που θα εκδοθεί και να καταδικαστεί αυτή στην πληρωμή των δικαστικών τους εξόδων. Με το περιεχόμενο και αιτήματα αυτά, η κρινόμενη αίτηση παραδεκτά εισάγεται να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθρα 664 και 683 ΚΠολΔ) κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ του ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις που αναλύονται στη μείζονα πρόταση και σ’ αυτές των άρθρων 731, 732, 946 και 176 ΚΠολΔ. Επομένως, πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων της μάρτυρα των αιτούντων Χ** Ε** του Ν**, που εξετάστηκε νομότυπα στο ακροατήριο, τα έγγραφα που προσκόμισαν οι διάδικοι, αυτά που ανέπτυξαν προφορικά οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους και γενικά από την όλη συζήτηση, πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι αιτούντες εργάζονται στην Περιφερειακή Ενότητα Ξάνθης με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στον κλάδο ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων και ειδικότερα ο πρώτος στη Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας και η δεύτερη στη Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής. Ο πρώτος διορίστηκε στις 27-3-1998 μέσω της με αριθμό 5/1997 προκήρυξης του ΑΣΕΠ στην εταιρία ΕΘΕΛ Α.Ε. και ανέλαβε υπηρεσία ως οδηγός στις 21-4-1998. Με τη με αριθμό 8498/16-10-1998 απόφαση του διευθύνοντα συμβούλου της ΕΘΕΛ Α.Ε. εντάχθηκε στο μόνιμο προσωπικό ως οδηγός ΔΕ. Με τη με αριθμό 4169/31-1-2003 κοινή απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και των Υφυπουργών Εσωτερικών και Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης αυτός μετατάχθηκε στο Νομαρχιακό Διαμέρισμα Ξάνθης σε συνιστώμενη προσωποπαγή θέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου με ειδικότητα ΔΕ Διοικητικού – Λογιστικού, ενώ παράλληλα διαγράφηκε από την ΕΘΕΛ Α.Ε. Με τη με αριθμό 1832/2003 απόφαση του Νομάρχη Ξάνθης τοποθετήθηκε στη Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας σε κενή οργανική θέση του κλάδου ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων. Στη συνέχεια δυνάμει της με αριθμό ΠΑΜΘ Οικ.2//3-1-2011 (ΦΕΚ 166 τ. Β’) απόφασης μετατάχθηκε αυτοδίκαια από την 1-1-2011 από το Νομαρχιακό Διαμέρισμα Ξάνθης στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης, Περιφερειακή Ενότητα Ξάνθης σε κενή οργανική θέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του κλάδου ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3852/2010 και συγκεκριμένα στη Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας, όπου υπηρέτησε μέχρι τη σ’ αυτόν επίδοση της από 18-12-2012 διαπιστωτικής της διαθεσιμότητάς του πράξης του Περιφερειάρχη Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης. Η δεύτερη αιτούσα αρχικά υπηρέτησε με διαδοχικές συμβάσεις έργου στο Τ.Ε.Ι. Αθήνας, κατόπιν δημόσιας προκήρυξης και επιλογής λόγω ύπαρξης στο πρόσωπό της των αιτούμενων προσόντων, από το έτος 1996 μέχρι το έτος 2001. Με τη με αριθμό Δ.10/6134ταυτ/24- 5-2001 πράξη του Προέδρου του Τ.Ε.Ι. Αθήνας κατατάχθηκε από 2-8-2001 σε προσωρινή προσωποπαγή θέση διοικητικού που συστήθηκε με την προαναφερόμενη πράξη ειδικότητας ΔΕ Διοικητικού – Λογιστικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 ν. 2839/2000. Στη συνέχεια με τη με αριθμό Δ.28/11027/16-10-2001 απόφαση του Τ.Ε.Ι. Αθήνας τοποθετήθηκε στη Σχολή Τεχνολογίας Τροφίμων και Διατροφής, ενώ με τη με αριθμό Ε5/3668π.ε./14-1-2002 Υ.Α. αποσπάστηκε για διάστημα ενός έτους στο Τ.Ε.Ι. Καβάλας, απόσπαση που παρατάθηκε έως τις 14-1-2004. Με τη με αριθμό Φδ.6/12835/15-11-2004 απόφαση του Τ.Ε.Ι. Αθήνας τοποθετήθηκε στη Γραμματεία του Τμήματος Ιατρικών Εργαστηρίων της Σχολής Επαγγελμάτων Υγείας και Πρόνοιας και με τη με αριθμό 17859/11-4-2005 κοινή απόφαση των Υφυπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και της Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων αποσπάστηκε από το Τ.Ε.Ι. Αθήνας στο Νομαρχιακό Διαμέρισμα Ξάνθης της Ενιαίας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Δράμας – Καβάλας – Ξάνθης, με την προϋπόθεση ότι θα υπηρετήσει επί μια δεκαετία στην υπηρεσία όπου μεταφέρεται. Στη συνέχεια δυνάμει της με αριθμό ΠΑΜΘ Οικ.2//3-1-2011 (ΦΕΚ 166 τ. Β’) απόφασης μετατάχθηκε αυτοδίκαια από την 1-1-2011 από στο Νομαρχιακό Διαμέρισμα Ξάνθης στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης, Περιφερειακή Ενότητα Ξάνθης σε κενή οργανική θέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του κλάδου ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3852/ 2010 και με τη Δ.Διοικ.22/5-1-2011 πράξη τοποθετήθηκε στη Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής, όπου υπηρέτησε μέχρι τη σ’ αυτήν επίδοση της από 18-12-2012 διαπιστωτικής για τη διαθεσιμότητά της πράξης του Περιφερειάρχη Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης. Οι μηνιαίες αποδοχές των αιτούντων, εκ των οποίων η δεύτερη είναι μητέρα δύο ανηλίκων τέκνων, κυμαίνονται από 900 – 950 ευρώ, έχουν λάβει στεγαστικά δάνεια και μετά την αφαίρεση των ποσών για δόση δανείου, φόρους και εισφορές, το εναπομείναν ποσό για τη διαβίωσή τους, υπολογίζεται κάτω από το όριο φτώχειας που θέτει η EUROSTAT για την Ελλάδα. Σύμφωνα με τις διατάξεις που αναφέρονται στη μείζονα πρόταση, καταργήθηκαν αυτοδικαίως από τη δημοσίευση του ν. 4093/2012 στις 12-11-2012 οι οργανικές, προσωρινές και προσωποπαγείς θέσεις των υπαλλήλων, που υπηρετούν σε υπηρεσίες κεντρικές και περιφερειακές του Δημοσίου, των Ανεξάρτητων Αρχών, των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και των Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου, που ανήκουν στο δημόσιο τομέα, όπως αναλυτικά αναφέρονται στην υποπαράγραφο Ζ.1.1. με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, πλήρους και μερικής απασχόλησης και ανήκουν στην κατηγορία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (ΔΕ), αποκλειστικά των ειδικοτήτων Διοικητικού, Διοικητικού – Λογιστικού, Διοικητικού – Οικονομικού και Διοικητικών Γραμματέων. Η εργασιακή σχέση των αιτούντων είναι σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, ο πρώτος διορίστηκε στην ΕΘΕΛ Α.Ε. δυνάμει προκήρυξης του ΑΣΕΠ, σύμφωνα με τους όρους αυτής, έγινε μόνιμος υπάλληλος της ΕΘΕΛ και δυνάμει υπουργικής απόφασης μετατάχθηκε σε προσωποπαγή θέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, η δεύτερη επίσης προσλήφθηκε από το Τ.Ε.Ι. Αθήνας μέσω δημόσιας προκήρυξης ως παρέχουσα σύμβαση έργου, κατατάχθηκε στη συνέχεια, μετά από διαδοχικές συμβάσεις έργου, σε προσωρινή προσωποπαγή θέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ως πληρούσα τους όρους του άρθρου 17 του ν. 2839/2000, ωστόσο κατά τη διοίκηση θεωρήθηκε ότι καταλαμβάνονται από τις πιο πάνω διατάξεις, οπότε τέθηκαν σε διαθεσιμότητα αυτοδικαίως από 13-11-2012, με συνέπεια οι αποδοχές τους να καταβάλλονται μειωμένες και όχι πλήρεις και ειδικότερα σε ποσοστό 75%. Όμως η πιο πάνω ρύθμιση που αποτελεί βλαπτική μεταβολή της εργασιακής τους σχέσης, προσβάλλει στον πυρήνα τους τα συνταγματικά δικαιώματα των αιτούντων και ειδικότερα, αυτά που έχουν θεσμοθετηθεί στα άρθρα 2 παρ.1, 4 παρ.5, 22 παρ.1 εδ.α’, 25 παρ.1 εδ.δ’ και παρ.4 Σ, που επιβάλλουν το σεβασμό και την προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, την ισότιμη συνεισφορά στα δημόσια βάρη, την προστασία της εργασίας και παραβιάζει τις αρχές της αναλογικότητας και της αξιοκρατίας, διότι: α) μεταβάλλει προς το χειρότερο τους όρους εργασίας αυτών, μειώνοντας αφενός κατά 25% τις αποδοχές τους και αφετέρου καθιστώντας αβέβαιο το μέλλον της ίδιας της εργασιακής τους σχέσης. Αυτό, διότι βάσιμα πιθανολογείται πως η διαθεσιμότητα θα επιφέρει την οριστική απώλεια της θέσης εργασίας αυτών, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4093/2012, αν οι αιτούντες δε μεταταχθούν ή δε μεταφερθούν σε άλλη υπηρεσία ή φορέα – πολύ πιθανό με τα σημερινά δεδομένα – η εργασιακή τους σχέση θα λήξει με το τέλος της διαθεσιμότητας. Η μεταβολή αυτή της εργασιακής σχέσης των αιτούντων είναι αναιτιολόγητη, καθόσον δεν πιθανολογήθηκε ότι αποτελούν πλεονάζον προσωπικό, αντίθετα, είναι απολύτως απαραίτητοι για τη λειτουργία του καθ’ ου, ενόψει και της αποχώρησης υπαλλήλων λόγω συνταξιοδότησης, το οποίο (καθ’ ου) με το με αριθμό 19875/31-12-2012 έγγραφό του ζητεί την ενίσχυσή του με δύο υπαλλήλους του κλάδου ΔΕ διοικητικών γραμματέων. β) οι αιτούντες τίθενται σε διαθεσιμότητα με μοναδικό κριτήριο την κατηγορία και τον κλάδο που υπηρετούν, χωρίς επαρκή αιτιολογία για ποιο λόγο επιφυλάσσεται διαφορετική μεταχείριση σε άλλους εργαζόμενους της ίδιας κατηγορίας και του ίδιου κλάδου, κατά παράβαση της αρχής της μη διάκρισης. Μάλιστα το κριτήριο που χρησιμοποιείται, δηλαδή ότι για την πρόσληψή τους δεν τηρήθηκε η διαγνωστική διαδικασία του ΑΣΕΠ, είναι παντελώς προσχηματικό, καθόσον ως προς τον πρώτο τηρήθηκε η σχετική διαδικασία του ΑΣΕΠ που ίσχυε για την πρόσληψή του και ως προς τη δεύτερη, αυτή προσλήφθηκε δυνάμει δημόσιας προκήρυξης με σύμβαση έργου από το Τ.Ε.Ι. Αθήνας, συνέχισε να εργάζεται με διαδοχικές συμβάσεις έργου και ο χαρακτηρισμός της σχέσης της ως αορίστου χρόνου έγινε με τα κριτήρια που έθετε ο νόμος. γ) όμως ακόμη και αν υποτεθεί ότι οι αιτούντες αποτελούν πλεονάζον προσωπικό, τέθηκαν σε διαθεσιμότητα χωρίς να προηγηθεί αντικειμενική και αξιοκρατική διαδικασία αξιολόγησής τους, αντιμετωπιζόμενοι από το νομοθέτη με τον ίδιο τρόπο οι ικανοί και ευσυνείδητοι υπάλληλοι με τους ανεπαρκείς. δ) προσβάλλει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, καθόσον ανεξάρτητα από την προσφορότητα και την αποτελεσματικότητα του μέτρου, ανατρέπεται άρδην η ζωή των αιτούντων και τίθεται στο περιθώριο ο άνθρωπος μετατρεπόμενος ως μέσο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού της περιστολής των κρατικών δαπανών. Προσβάλλεται βάναυσα λοιπόν η προσωπικότητα των αιτούντων, καθόσον απομακρύνονται κατ’ ουσία από τη θέση εργασίας τους και τους αποστερείται το δικαίωμα να εργαστούν. Εξάλλου η καταβολή του 75% των αποδοχών των αιτούντων, που ούτως ή άλλως υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης έχουν ήδη υποστεί δραματικές μειώσεις, σε συνδυασμό με την αλλεπάλληλη επιβολή νέων φόρων και «εισφορών», έχει ως συνέπεια τη διακινδύνευση της αξιοπρεπούς διαβίωσης των ίδιων και των οικογενειών τους, η οποία έχει τεθεί ως συνταγματικό όριο των μειώσεων των μισθών (βλ. ΟλΣτΕ 668/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, σκέψη 35, ΟλΣτΕ 1285/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, σκέψη 16) και επιβάλλεται από το άρθρο 4 παρ.1 του Μέρους ΙΙ του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, που κυρώθηκε με ο τν. 1426/1984 και κατά το άρθρο 28 παρ.1 Σ υπερισχύει κάθε αντίθετης διάταξης νόμου, που αναγνωρίζει το δικαίωμα των εργαζομένων για αμοιβή αρκετή να εξασφαλίζει σ’ αυτούς και τις οικογένειές τους ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης. ε) εκτός των μειώσεων του εισοδήματός τους που έχουν υποστεί ήδη οι αιτούντες, όπως όλοι οι μισθωτοί, και των άμεσων, έμμεσων φόρων και «εισφορών», που έχουν επιβληθεί, τους επιβλήθηκε επιπλέον και το ειδικό μέτρο της διαθεσιμότητας, με συνέπεια πέραν της αρχικής μείωσης των εισοδημάτων τους, να υφίστανται περαιτέρω μείωση των μισθών τους κατά 25%, η σωρευτική δε αυτή επιβάρυνση είναι προφανώς δυσανάλογη σε βάρος τους, με μοναδικό κριτήριο την ειδικότητα και το αντικείμενο της εργασίας τους και αντίκειται επιπλέον στην αρχή της αναλογικότητας, καθόσον ο νομοθέτης μπορεί κατ’ αρχή να επιβάλλει στους πολίτες επιβαρύνσεις για την αντιμετώπιση επείγουσας ανάγκης ή κατάστασης κρίσης προς εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης, με την προϋπόθεση αυτές να κατανέμονται ισότιμα και ανάλογα με τις δυνάμεις αυτών και με την τήρηση των προσφορών της αναγκαιότητας και της προσφορότητας έτσι ώστε να μην επιβαρύνουν δυσανάλογα ορισμένες κατηγορίες πολιτών (βλ. σχετ. γνωμοδότηση των Κ. Χρυσόγονου και Α. Καϊδατζή για τη συνταγματικότητα του σχεδίου νόμου «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 – Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/2012 και Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016»). Σύμφωνα με τα παραπάνω πιθανολογήθηκε ότι η μείωση των αποδοχών των αιτούντων έχει ως συνέπεια τη διακινδύνευση της αξιοπρεπούς διαβίωσης αυτών και των οικογενειών τους και ότι η αποξένωση από τις θέσεις εργασίας τους θα οδηγήσει σε τετελεσμένες και μη αναστρέψιμες καταστάσεις. Ακολούθως, συντρέχει κατεπείγουσα περίπτωση για την προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης με την από το καθ’ ου αποδοχή των υπηρεσιών των αιτούντων με τους ίδιους όρους που αυτοί παρείχαν πριν τεθούν σε διαθεσιμότητα, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της τακτικής αγωγής, που υποχρεούνται να ασκήσουν, κατ’ άρθρο 693 παρ.1 ΚΠολΔ, εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από τη δημοσίευση της παρούσας. Πρέπει επίσης να καταδικαστεί το καθ’ ου σε χρηματική ποινή 100 ευρώ για κάθε ημέρα που δεν αποδέχεται τις υπηρεσίες καθενός από τους αιτούντες. Επομένως, η ένδικη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή ως ουσία βάσιμη και το καθ’ ου να καταδικαστεί στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των αιτούντων, που παραστάθηκαν με την ίδια δικηγόρο (άρθρο 176 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμολία των διαδίκων.  
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ το καθ’ ου να αποδέχεται προσωρινά μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της τακτικής αγωγής τις υπηρεσίες των αιτούντων, με τους αυτούς όρους, όπως πριν τεθούν σε διαθεσιμότητα.
ΤΑΣΣΕΙ προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της παρούσας για την άσκηση της τακτικής αγωγής.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ το καθ’ ου σε χρηματική ποινή ύψους εκατό (100) ευρώ, για κάθε ημέρα που δεν αποδέχεται τις υπηρεσίες καθενός από τους αιτούντες.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ το καθ’ ου στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των αιτούντων, τα οποία ορίζει σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Ξάνθη, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στις 12 Φεβρουαρίου 2013.

Δεν υπάρχουν σχόλια: